Η χρήση του Botox στη νευρογενή κύστη
Το botox (αλλαντική τοξίνη) αποτελεί την ισχυρότερη γνωστή νευροτοξίνη στη φύση. Ουσιαστικά προκαλεί χημική απονεύρωση –παράλυση δηλαδή- των μυών στους οποίους εφαρμόζεται. Αυτή η παράλυση είναι αναστρέψιμη, διαρκεί δηλαδή κάποιους μήνες (συνήθως 9-12 μήνες, ανάλογα με το είδος του μυ). Ως σήμερα το botox έχει χρησιμοποιηθεί με εξαιρετική επιτυχία σε διάφορες ειδικότητες της ιατρικής, όπως η ορθοπεδική και η πλαστική χειρουργική.
Το 2000 έγινε στην Ελβετία για πρώτη φορά αναφορά για χρήση της τοξίνης σε ασθενείς με κατάγματα σπονδυλικής στήλης και νευρογενή κύστη. Η λογική είναι απλή: θέλουμε να καταργήσουμε τις ακούσιες ανεξέλεγκτες συσπάσεις της κύστης που βάζουν σε κίνδυνο τους νεφρούς, οπότε εγχέουμε το φάρμακο στο τοίχωμά της και προκαλούμε παράλυση.
Από τότε υπήρξε εξαιρετικό ενδιαφέρον για τη χρήση του botox ειδικά σε παραπληγικούς, τετραπληγικούς και ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας. Ανακοινώθηκαν μεγάλες μελέτες που απέδειξαν την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του φαρμάκου και το 2013 πήρε επίσημα έγκριση για τη θεραπεία της νευρογενούς κύστης στην Αμερική και μετά στην Ευρώπη.
Η έγχυση του φαρμάκου γίνεται με κυστεοσκόπηση (χωρίς δηλαδή τομές και ράμματα) με μία ειδική βελόνη σε 30 σημεία στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστεως. Η βελτίωση είναι εντυπωσιακή και άμεση στους περισσότερους ασθενείς, με ελάττωση της ακράτειας και της επιτακτικότητας, βελτίωση των ουροδυναμικών παραμέτρων και ελάττωση του κινδύνου για τους νεφρούς. Το αποτέλεσμα συνήθως διαρκεί 9-12 μήνες και η έγχυση μπορεί να επαναλαμβάνεται πολλές φορές. Η νέα αυτή τεχνική αποτελεί μία επανάσταση στη νευροουρολογική διαχείριση των νευρολογικών αρρώστων και γεννά προσδοκίες για σημαντική μελλοντική βελτίωση της ποιότητας ζωής και του προσδόκιμου επιβίωσής τους.